Δημόσιο έργο πολυσύνθετης σύλληψης με μνημειακή κατασκευή είναι η Νότια Κρήνη του 5ου αι. π.Χ. στα Μέγαρα, που ήρθε στο φως το 2008 στο πλαίσιο σωστικής ανασκαφής της Γ’ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Πρόκειται για πρότυπο υδρευτικό έργο, με υπόγεια κρήνη που τροφοδοτούσε ολόκληρο το νότιο τμήμα της πόλης.
Η εντυπωσιακή κατασκευή περιλαμβάνει στο κέντρο στρογγυλή δεξαμενή βάθους 9 μέτρων και στο πίσω μέρος της τέσσερις μεγάλες στοές-αγωγούς με κατηφορική κλίση, οι οποίες ένωναν το σημείο λήψης του νερού με τη δεξαμενή.
Και μπορεί να μην υπάρχουν αποδείξεις για τον κατασκευαστή, ωστόσο η σπουδαιότητα της σύνθεσης οδηγεί τη σκέψη σε ποιον άλλον; Φυσικά στον Μεγαρέα αρχιτέκτονα Ευπαλίνο, που σύμφωνα με την υπάρχουσα βιβλιογραφία προίκισε τη γενέτειρά του και με ακόμα δύο σπουδαία έργα υδροδότησης: την Κρήνη του Θεαγένους και το υπόγειο υδραγωγείο που αρχαιολογικά άρχισε να ερευνάται το 2011.
Το εύρημα δεν είναι το μοναδικό που έφερε στο φως η σωστική ανασκαφή στην οδό Κοραή και Ανωνύμου. Πραγματοποιείται σε δύο ιδιωτικά οικόπεδα πολιτών, τα οποία η Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής-Πειραιά και Νήσων ζητάει να απαλλοτριωθούν.
Επισκεφθήκαμε την ανασκαφή, εκεί όπου σε 466 τ.μ. η μεγαρική γη κρατούσε κρυμμένα πυκνά και ιδιαίτερα σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα.
Τα ευρήματα της ανασκαφής
Κατ’ αρχάς στο νότιο μέρος της αποκαλύφθηκε τμήμα της εσωτερικής περιφερειακής οδού της αρχαίας πόλης και του οχυρωματικού τείχους του τέλους του 5ου ή των αρχών του 4ου αι. π.Χ., που κατασκευάστηκε μετά το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου για να προστατέψει την πόλη, που είχε καταλεηλατηθεί.
Παραπλεύρως, σώζεται σε καλή κατάσταση ένα τυπικό μεγαρικό υπόγειο με καταπληκτικό δάπεδο, που οδηγούσε σε δεύτερο χώρο με εντυπωσιακή είσοδο και μεγάλους δόμους.
Τα ιδιόμορφα μεγαρικά υπόγεια έχουν τοπικό χαρακτήρα και σχετίζονται με τη λατρεία της θεάς Δήμητρας. Εχουν βρεθεί πάνω από 100 στην ευρύτερη περιοχή και αποτελούν από μόνα τους ξεχωριστό κεφάλαιο μελέτης και έρευνας, καθώς αυτά τα υπόγεια που διέθετε κάθε αρχαίο μεγαρικό σπίτι δεν απαντώνται σε άλλα σημεία του ελλαδικού χώρου ενώ, σύμφωνα με την εκδοχή του Παυσανία, έδωσαν την ονομασία στην πόλη.
«Εκτελούσαν διπλό προορισμό ως κατασκευές. Από τη μια εδώ αποθήκευαν τα αγαθά τους και από την άλλη τελούσαν τις θρησκευτικές τελετουργίες προς τη θεά Δήμητρα προκειμένου να ευνοεί την ανάπτυξη, την παραγωγή και τον πολλαπλασιασμό» μας λέει η αρχαιολόγος Παναγιώτα Αυγερινού, υπεύθυνη του Αρχαιολογικού Μουσείου Μεγάρων και της ανασκαφής, που μαζί με την ομάδα της έφεραν στο φως τα ευρήματα.
Η πρώτη σωστική ανασκαφή πραγματοποιήθηκε το διάστημα 2008-2011 και η δεύτερη, που συνεχίζεται, άρχισε το 2016.
Ετσι, η σύγχρονη πόλη προικίζεται με εξαιρετικά μνημεία του παρελθόντος της, καθώς σε λίγα τετραγωνικά έχουμε δείγματα όλης της αρχαίας πόλης των Μεγάρων, δηλαδή οχυρώσεις, εσωτερική οδό, αρχαϊκό νεκροταφείο, μεγαρικό υπόγειο, στη δυτική πλευρά σειρά δεξαμενών και πιθανόν εργαστήριο κεραμικής, φυσικά το σύστημα ύδρευσης της νότιας πόλης, που αν και μικρότερης κλίμακας, θα μπορούσε να συγκριθεί με την Κρήνη του Θεαγένους, και ειδώλια, κεραμική, νομίσματα κ.ά.
«Το σημαντικότερο εύρημα είναι το υδρευτικό έργο, η υπόγεια κρήνη. Είναι εντυπωσιακή κατασκευή. Στο κέντρο βρίσκεται η στρογγυλή δεξαμενή, όπου γύρω της βλέπουμε έναν δακτύλιο χωρισμένο με κάθετα τειχάρια. Θεωρούμε ότι αυτός ο χώρος εξυπηρετούσε τον καθαρισμό του νερού. Μέσα από δύο μικρές οπές περνούσε το νερό στο σύστημα, έτοιμο προς κατανάλωση» λέει στις «Νησίδες» η αρχαιολόγος Παναγιώτα Αυγερινού και μας εξηγεί:
«Στο πίσω μέρος υπάρχουν τέσσερις μεγάλες στοές, εκ των οποίων η μία διπλή. Οι στοές ένωναν τον χώρο λήψης του νερού με τη δεξαμενή. Η τροφοδοσία γινόταν ή από ποταμό που έρρεε έξω από τα τείχη ή από τη βροχή, αλλά αυτό είναι θέμα προς έρευνα. Η μνημειακή κατασκευή είναι ιδιαίτερα έξυπνη, δεν είναι συνηθισμένος τρόπος να διοχετεύεται νερό σε δεξαμενή μέσα από υπόγειες στοές. Διακρίνεται από ευρηματικότητα, καθώς εξασφάλιζε το πολύτιμο νερό χωρίς οι κάτοικοι να χρειάζεται να σκάβουν. Αντίθετα, αξιοποιούσαν με ιδανικό τρόπο τους υδάτινους πόρους του περιβάλλοντος».
Από τις τέσσερις στοές οι δύο έχουν ανοιχτεί πλήρως, με τη μεγαλύτερη να φτάνει σε μήκος τα 7,5 μέτρα. Στη μία σώζονται καλύτερα τα τοιχώματα και στην άλλη η οροφή.
Οι άλλες δύο (η μία διπλή) έχουν ανοιχτεί μερικώς, καθώς για την ολοκλήρωσή τους κρίνονται απαραίτητες οι στερεώσεις και τα αναστηλωτικά έργα.
Η χρονολόγηση τοποθετεί το δημόσιο έργο στις αρχές του 5ου αιώνα, αν και πρέπει να πέρασε φάση μετασκευής. Ωστόσο, βάσει των επιχώσεων και της κεραμικής που βρέθηκαν, για άγνωστους λόγους όλη η περιοχή επιχώθηκε τον 2ο αι. π.Χ. Το μνημείο δηλαδή είχε διάρκεια ζωής περίπου τριών αιώνων.
Στην ερώτησή μας αν η κατασκευή χαρακτηρίζεται από μοναδικότητα, η αρχαιολόγος μάς απαντά: «Αυτό είναι σίγουρο. Δεν είναι συνηθισμένο το μεγάλο στόμιο, τα αρχιτεκτονικά μέλη που είναι σε δεύτερη χρήση, ο τρόπος επικοινωνίας των στοών. Ολα αυτά δείχνουν ιδιαίτερη τεχνική και ταλέντο ως προς τη σύλληψη της ιδέας, η οποία εκτελέστηκε προφανώς με τη βοήθεια άξιων εργατών».
Πρόκειται λοιπόν για άλλο ένα έργο του διάσημου Ευπαλίνου; «Το μυαλό όλων πηγαίνει στον Μεγαρίτη αρχιτέκτονα, ωστόσο δεν έχουμε, ακόμα τουλάχιστον, στοιχεία που να το αποδεικνύουν. Το όρυγμα στη Σάμο δεν είναι το μοναδικό έργο του. Εδώ έχουμε το υδραγωγείο και την Κρήνη του Θεαγένους».
Το μέλλον της Κρήνης
Το εύρημα της Νότιας Κρήνης χαρακτηρίζεται από τους αρχαιολόγους ιδιαίτερης σημασίας και ενώ το αυτονόητο είναι να σωθεί και να αναδειχθεί, δεν είναι βέβαιο, καθώς η ανασκαφή διεξάγεται εντός οικοπέδων πολιτών, γεγονός που προκαλεί πρόβλημα με τους ιδιοκτήτες τους, ενώ το ένα βρίσκεται σε «καθεστώς ομηρίας».
Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Δυτικής Αττικής για δεύτερη φορά έχει καταθέσει φάκελο και ζητάει από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο να προχωρήσει σε απαλλοτρίωση των οικοπέδων.
Αφενός για να σωθεί και να συντηρηθεί το εύρημα, αφετέρου για να αναδειχθεί μελλοντικά σε επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο, ενιαίο μάλιστα με τη συνέχεια του αρχαίου τείχους που σώζεται σε μήκος 100 μέτρων εντός ιδιόκτητου οικοπέδου που έχει απαλλοτριωθεί και βρίσκεται σε απόσταση 30 μέτρων.
«Το συγκεκριμένο μνημείο δεν μπορεί να σωθεί αν δεν απαλλοτριωθεί. Οι Μεγαρείς αγαπούν τις αρχαιότητες και ένα από τα παράπονα είναι ότι δεν υπάρχουν επισκέψιμοι αρχαιολογικοί χώροι. Εδώ θα μπορούσε να είναι η έναρξη ενός περιπάτου. Εχει μνημειακότητα και σαφώς αποκαλύπτει στον επισκέπτη ότι βρίσκεσαι μπροστά σε κάτι μεγαλειώδες και ιδιαίτερα έξυπνο. Παρά την εξαιρετική του διατήρηση, το μνημείο διατρέχει κινδύνους. Τα κονιάματα, που είναι σπάνια σε υδρευτικά έργα αυτής της εποχής, έχουν ανάγκη συντήρησης-συμπλήρωσης, γιατί είναι έτοιμα να καταρρεύσουν. Πρέπει να προχωρήσουν οι αναστηλωτικές εργασίες, αλλά το επόμενο βήμα δεν εξαρτάται από μένα» λέει η κ. Αυγερινού.
Το υδάτινο στοιχείο, απαραίτητο συστατικό για τη ζωή στον πλανήτη και την ανάπτυξη των κοινωνιών, πρωταρχικό αγαθό, αναγνωρίστηκε ως τέτοιο και υμνήθηκε κατά την αρχαιότητα.
Αλλά εκτός τούτου, δημιουργήθηκαν έργα δημόσιου χαρακτήρα που διαχειρίζονταν με σοφία τους υδάτινους πόρους.
Η ύδρευση των πόλεων μέσω μεγαλόπνοων, δαπανηρών και πολυσύνθετων υδρευτικών έργων, υδραγωγείων, δεξαμενών, κρηνών, στον ελλαδικό χώρο, αλλά και σε πόλεις της Ανατολής, επιβεβαιώνεται τόσο από τις γραπτές πηγές όσο και από τα πλούσια ευρήματα.
Εξέχουσα θέση κατέχει το Ευπαλίνειο Ορυγμα στη Σάμο, έργο του Μεγαρίτη αρχιτέκτονα Ευπαλίνου. Η σήραγγα, μήκους 1.036 μέτρων, κατασκευάστηκε κατά τον 6ο αιώνα π.Χ. για να χρησιμεύσει ως υδραγωγείο.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι ανοίχθηκε ταυτόχρονα και από τις δύο πλευρές του βουνού και οι δύο σήραγγες συναντήθηκαν περίπου στο μέσον με αξιοθαύμαστη ακρίβεια.
Μέγα επίτευγμα για τα τεχνολογικά δεδομένα της εποχής, γεγονός που προκαλεί θαυμασμό και στις μέρες μας, όπου το μνημείο απέσπασε διεθνή αρχαιολογική διάκριση.
Η Κρήνη του Θεαγένους στα Μέγαρα, με μήκος 21 μ. και πλάτος 13,69 μ., χτίστηκε στις αρχές του 5ου αι. π.Χ., πιθανόν στην ίδια θέση που έναν αιώνα πριν ο τύραννος Θεαγένης είχε χτίσει μια μικρότερη κρήνη.
Τη στέγη της στήριζαν 35 οκτάπλευροι κίονες με δωρικά κιονόκρανα. Από το υδραγωγείο το νερό διοχετευόταν στην πόλη μέσω ενός μεγάλου αγωγού που κατέληγε στην Κρήνη, την οποία οι αρχιτέκτονες G. Gruben και N. Hellner απέδωσαν στον Ευπαλίνο.
Μαζί με το υπόγειο υδραγωγείο και τη Νότια Κρήνη, τα τρία έργα δίνουν στον σύγχρονο επισκέπτη μια σαφή εικόνα για την ύδρευση των Μεγάρων κατά την αρχαιότητα.
«Μέσα και από το πρόσφατο εύρημα της Κρήνης, είτε είναι είτε όχι του Ευπαλίνου, εκείνο που εισπράττω είναι ότι η πόλη των Μεγάρων φρόντισε να έχει επάρκεια νερού μέσα από δημόσια έργα που το καθένα είναι μοναδικό στο είδος του. Σαν κάποιος να μερίμνησε όλοι οι τομείς της πόλης να υδρεύονται. Αυτός θα μπορούσε να είναι ο Ευπαλίνος. Δεν έχουμε την τύχη να το γράφει ο Ηρόδοτος, όπως για τη Σάμο, αλλά όλη η θεώρηση και η χρονολόγηση παραπέμπουν σε μια εποχή που θα μπορούσε εκείνος να κάνει ένα τέτοιο συνολικό έργο. Το θεωρώ εικασία, αλλά έχει λογική. Εκανε εδώ πρώτα το υδραγωγείο και μετά πήγε στη Σάμο. Διότι πώς του αναθέτουν ένα τόσο μεγάλο έργο αν δεν έχουν δει τι είναι ικανός να φτιάξει; Η λογική στο υδραγωγείο της Σάμου και στο υδραγωγείο των Μεγάρων είναι ίδια. Να εξασφαλίσει την πόλη σε επάρκεια ποιοτικού νερού, ακόμα και όταν γίνονται πόλεμοι και πολιορκείται. Στη Σάμο κατασκευάζει έργο 1.000 μέτρων και μεταφέρει καθαρό νερό από μακρινές πηγές. Το υδραγωγείο στα Μέγαρα ήταν μεγάλη προίκα για την πόλη και βρισκόταν σε χρήση μέχρι το 1935. Η διαχρονικότητα αυτού του τύπου υδραγωγείων είναι διαδεδομένη και σε περιοχές με προβλήματα νερού όπως το Αφγανιστάν, όπου εξακολουθούν να χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα. Είναι κατασκευές φιλικές προς το περιβάλλον, που χρησιμοποιούν το νερό της φύσης χωρίς να απομυζούν τον υδροφόρο ορίζοντα», καταλήγει η αρχαιολόγος Παναγιώτα Αυγερινού.