Με δελτίο τύπου απεστάλη η ομιλία του Γιώργου Τσίπρα, αναπληρωτή Τομεάρχη Εθνικής Άμυνας της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία, στην Ολομέλεια της Βουλής, κατά τη συζήτηση του σ/ν του Υπουργείου Δικαιοσύνης «Διαδικασία άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών, κυβερνοασφάλεια και προστασία προσωπικών δεδομένων πολιτών», στην οποία ο κ. Τσίπρας ανέφερε:
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ας υποθέσουμε ότι δεν μιλάμε για την Ελλάδα, μιλάμε για μία υποθετική χώρα, μια υποθετική κυβέρνηση σε μια χώρα της δημοκρατικής Δύσης, όπου ένας αδίστακτος Πρωθυπουργός αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τα εργαλεία των υπηρεσιών πληροφοριών για να παρακολουθεί πολιτικούς αντιπάλους, να παρακολουθεί το μισό Υπουργικό Συμβούλιο, να παρακολουθεί επιχειρηματίες, να παρακολουθεί δημοσιογράφους, να παρακολουθεί κομβικές θέσεις στο στράτευμα.
Τι γίνεται σε αυτή την περίπτωση; Σε αυτή την περίπτωση σε όλη τη Δύση υπάρχουν θεσμικά αντίβαρα.
Το πρόβλημα που έχουμε σήμερα είναι ότι αποδεικνύονται τα θεσμικά αντίβαρα που υπάρχουν στη χώρα ανεπαρκή, είτε διότι κάποια από αυτά, όπως η δικαιοσύνη, δεν κάνει τη δουλειά της όπως θα έπρεπε να την κάνει, είτε διότι η Κυβέρνηση, ο ίδιος αυτός ο αδίστακτος Πρωθυπουργός, αποφασίζει να εξαντλήσει όλα τα «παραθυράκια» του νόμου για να μην υπάρχει αποκάλυψη, «φως» και λογοδοσία, αλλά και πρακτικές που δεν ανήκουν στα «παραθυράκια» του νόμου, είναι παράνομες. Και το ερώτημα είναι τι γίνεται σε αυτή την περίπτωση. Αυτό που συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας δεν θα είχε συμβεί σε καμία άλλη χώρα της Δύσης, χωρίς να έχει πέσει η κυβέρνηση. Και το πιο δυστυχές είναι ότι δεν θα είχε συμβεί ούτε στην Ελλάδα σε περασμένες δεκαετίες. Συνεπώς, η κρίση και τα μνημόνια της περασμένης δεκαετίας δεν αφαίρεσαν μόνο το 25% του εθνικού εισοδήματος, έχουν αφήσει τραυματισμένη και τη δημοκρατία και αυτό το οποίο έχουμε.
Πρώτο ζήτημα. Υπάρχει μια τερατώδης άρνηση να τοποθετηθεί ο Πρωθυπουργός και η Κυβέρνηση στο εάν παρακολουθούνταν ένα πλήθος ανθρώπων, Υπουργών, στελεχών της αντιπολίτευσης και ανώτατων στρατιωτικών. Και δεν πρόκειται για μία ή δύο περιπτώσεις. Υπάρχει άρνηση και κρύψιμο πίσω από το «δάχτυλο» στο ότι «δεν μας έχει φτάσει τίποτα». Το έχει πει ο κ. Οικονόμου, ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος, και το έχει πει και ο Πρωθυπουργός.
Τι πιο απλό, εάν δεν είναι αυτός ο «εγκέφαλος», να ερωτηθεί η ΕΥΠ για το αν παρακολουθούσε συγκεκριμένα πρόσωπα; Δεν αφορά μία – δυο περιπτώσεις, που για τον οποιονδήποτε λόγο δεν θέλει να μιλήσει, αφορά σχεδόν το μισό πολιτικό μας σύστημα. Υπάρχει πολύς λόγος για αποδείξεις. Αυτό το «ανέκδοτο» πρέπει να σταματήσει. Σε οποιαδήποτε χώρα του κόσμου υπάρχουν δύο σενάρια. Το ένα σενάριο είναι ότι είναι αναμεμειγμένη μία κυβερνητική υπηρεσία σε παρακολουθήσεις, παράνομες ή νόμιμες. Και το άλλο σενάριο είναι ότι δεν είναι αναμεμειγμένη μία κυβερνητική υπηρεσία σε παρακολουθήσεις παράνομες ή νόμιμες -προφανώς παράνομες εξ ολοκλήρου- και θα έχει υπάρξει κινητοποίηση πριν ακόμα τα δημοσιεύματα, πολύ περισσότερο όταν έχει βουίξει ο τόπος και από τον εγχώριο Τύπο και από διεθνή μέσα ενημέρωσης όχι απλά να πέσει φως, να σταματήσει εδώ και τώρα το έγκλημα, να αναζητηθούν οι υπεύθυνοι, να αναζητηθεί τι έχει γίνει ακριβώς και να υπάρξουν διώξεις.
Εδώ και τέσσερις μήνες τουλάχιστον παρακολουθούμε ένα θέατρο του παραλόγου, να συμβαίνει κάτι το οποίο αντικειμενικά είναι εκατό και χίλιες φορές σοβαρότερο από οποιοδήποτε άλλο ζήτημα που απασχολεί τα μέσα ενημέρωσης, όπως πρόσφατα το θέμα της «Κιβωτού», για την οποία βλέπουμε καθημερινά ρεπορτάζ, κινητοποίηση της Αστυνομίας, ελέγχους σε σπίτια κτλ. και δεν γίνεται απολύτως τίποτα. Δεν είναι μόνο η δικαιοσύνη που έχει έργο σε αυτό να κάνει. Είναι σχεδόν το σύνολο των κρατικών αρχών, είναι η ίδια η ΕΥΠ αφού αφορά και ζητήματα εθνικής ασφάλειας, είναι η Αστυνομία και δεν βλέπουμε να συμβαίνει απολύτως τίποτα. Πού καταλήγουμε; Καταλήγουμε στο ότι προφανώς πρόκειται για κάποια κυβερνητική υπηρεσία που βρίσκεται, τουλάχιστον σε ένα μεγάλο μέρος, πίσω από αυτά.
Στη μελέτη που έκανε το Τμήμα Πολιτικής για τα Δικαιώματα των Πολιτών και τις Συνταγματικές Υποθέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για τις παρακολουθήσεις, το συμπέρασμα το οποίο αναφέρεται είναι ότι η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες είναι ότι η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες στις οποίες λογισμικά παρακολούθησης έχουν χρησιμοποιηθεί από κυβερνητικές υπηρεσίες για να παρακολουθήσουν πολίτες τους και ότι την ίδια ώρα η Κυβέρνηση συνεχίζει να αρνείται ότι έχει προμηθευτεί το λογισμικό. Αλλά “Ακόμη κι αν είναι έτσι”, λέει, “αυτό δεν σημαίνει δεν το χρησιμοποίησε”. Το λογισμικό φαίνεται να έχει χρησιμοποιηθεί από την ΕΥΠ.
Ακούμε από όλους τους συναδέλφους της κυβερνητικής πλειοψηφίας προς υποστήριξη του νομοσχεδίου ότι πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία ανάμεσα στην εθνική ασφάλεια και τη δημοκρατία. Λάθος. Η δημοκρατία είναι πάνω από την εθνική ασφάλεια και υπάρχει ένα συγκεκριμένο στοιχείο το πιο κομβικό ίσως, πυρηνικό, στοιχείο -αν μιλάμε για δημοκρατία, αλλιώς μιλάμε για άλλου είδους χώρες όπου μάλιστα αυτή την περίοδο υπάρχει και μεγάλη αντιπαράθεση, αυτό είναι το αφήγημα, των δημοκρατικών χωρών με αυταρχικά καθεστώτα κτλ.- και αυτό είναι το στοιχείο της λογοδοσίας. Δεν υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στη λογοδοσία και την εθνική ασφάλεια. Η λογοδοσία είναι πάνω απ’ όλα. Κι αυτό είναι το θεσμικό αντίβαρο, η λογοδοσία, την οποία έχετε αποκλείσει από παντού.
Υπάρχει καθολική ευθύνη. Δεν υπάρχει συλλογική ευθύνη για το έγκλημα. Υπάρχει καθολική ευθύνη για τη μη αποκάλυψη του εγκλήματος. Υπάρχει καθολική ευθύνη σε όλα τα μέλη της Κυβέρνησης, υπάρχει καθολική ευθύνη και σε όλους τους Βουλευτές της συμπολίτευσης.
Παρακολουθούμε εδώ και τέσσερις μήνες το θέατρο του παραλόγου. Ενδεχόμενα θύματα της παρακολούθησης να δημοσιεύονται τα ονόματά τους στις εφημερίδες, σε sites κλπ. και να μην κάνουν απολύτως τίποτα, να μην ζητούν έλεγχο για το αν όντως είναι θύματα παρακολούθησης, να μην καταθέτουν μηνύσεις κατά παντός υπευθύνου ή οτιδήποτε άλλο, να μην προσφεύγουν στη δικαιοσύνη. Γιατί; Γιατί υπάρχει μία κυβερνητική υπηρεσία από πίσω που τα έκανε όλα αυτά και το γνωρίζουν και οι ίδιοι;
Με το παρόν νομοσχέδιο αυτό το οποίο επιχειρείται είναι δύο πράγματα, το ξέπλυμα του παρελθόντος, η συγκάλυψη του παρελθόντος και το να γίνει η ΕΥΠ, δυνητικά, ένα παρακράτος μέσα στο κράτος, αναλόγως την κυβέρνηση που θα είναι πάνω. Δηλαδή, αυτό το οποίο έχει συμβεί σήμερα να θεσμοποιηθεί.
Κι έρχομαι σε ένα τελευταίο σημείο και κλείνω, κύριε Πρόεδρε.
Υπάρχουν ειδικά ορισμένα πρόσωπα τα οποία ενδεχόμενα έχουν πέσει θύματα παρακολούθησης, η Εισαγγελέας της ΕΥΠ, Εισαγγελέας Διαφθοράς, ο ΑΓΕΕΘΑ, που αν όντως έχουν πέσει θύματα παρακολούθησης υπάρχει τεράστιο ζήτημα αν πρέπει να παραμείνουν στις θέσεις τους. Δεν μπορεί η στάση της κυβέρνησης να είναι «φέρτε αποδείξεις». Η κυβέρνηση πρέπει να ερευνήσει άμεσα και να τους παύσει αν έχουν πέσει θύματα παρακολούθησης. Έχουμε φτάσει στο σημείο όπου ενδεχόμενα ένα μεγάλο μέρος του Υπουργικού Συμβουλίου και άλλα κρίσιμα πόστα βρίσκονται σε ομηρία. Από πληροφορίες μπορεί να βρίσκονται εντός της Ελλάδας, εκτός Ελλάδας από τις χώρες εξαγωγής των παράνομων λογισμικών και πιθανόν και σε άλλες χώρες που είναι ανταγωνιστές της χώρας.