Άρθρο της Κατερίνας Πιπιλή για την παγκόσμια ημέρα κατά της παιδικής εργασίας

Η 12η Ιουνίου καθιερώθηκε από την Διεθνή Οργάνωση Εργασίας με στόχο την καταπολέμηση της παιδικής εργασίας και πιο συγκεκριμένα τον περιορισμό της παράνομης διακίνησης παιδιών.

Υπολογίζεται ότι κάθε χρόνο περίπου 1,2 εκατομμύρια παιδιά πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης ενός καλά οργανωμένου δικτύου που έχει στήσει μια γέφυρα μεταφοράς παιδιών από τις αναπτυσσόμενες στις βιομηχανικές αναπτυγμένες χώρες.

 

Το 1999 οι περισσότερες χώρες – μέλη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας υπέγραψαν μια συμφωνία που υποχρέωνε όλες τις πλευρές να λάβουν τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να περιοριστεί το φαινόμενο της παιδικής εργασίας. Έως σήμερα όμως τα αποτελέσματα αυτής της συμφωνίας δεν έχουν γίνει ορατά.

 

Σύμφωνα με την Διεθνή Οργάνωση Εργασίας, ένα στα έξι παιδιά του πλανήτη εργάζεται σε κάποιο περιβάλλον που βλάπτει την ψυχική και σωματική του υγεία.

 

73 εκατομμύρια από τα εργαζόμενα παιδιά είναι ηλικίας κάτω των δέκα ετών και κάθε χρόνο τουλάχιστον 22 χιλιάδες από αυτά σκοτώνονται σε εργατικά ατυχήματα.

 

Στην Ελλάδα περί τα 50.000 ανήλικα παιδιά δουλεύουν σε μαγαζιά, βιοτεχνίες, εργοστάσια, αγροτικές εργασίας, ενώ κάθε χρόνο 10.000 παιδιά εγκαταλείπουν την υποχρεωτική εκπαίδευση και χάνουν το δικαίωμα τους σε ένα μέλλον ίσων ευκαιριών.

 

Περίπου 171 εκατομμύρια παιδιά στον πλανήτη εργάζονται σε ορυχεία, λατομεία και άλλους επικίνδυνους χώρους δουλειάς ή με επικίνδυνα υλικά όπως χημικά. Περιλαμβάνονται στα κατ’ εκτίμηση 246 εκατομμύρια εργαζόμενα παιδιά, κάτω των 18 ετών, τα οποία κανονικά θα έπρεπε να μορφώνονται στις σχολικές αίθουσες, αποκτώντας εφόδια για μια καλύτερη ζωή.

 

Παιδιά ακόμη και πέντε ετών δουλεύουν εξοντωτικά ωράρια, εξορύσσοντας βράχια, χρυσάφι, διαμάντια και πολύτιμα μέταλλα στην Αφρική, στην Ασία και την Νότια Αμερική, διατρέχοντας μόνιμο κίνδυνο να πεθάνουν λόγω εργατικού ατυχήματος, να τραυματιστούν ή να μετατραπούν σε χρονίως ασθενή.

 

Η UNICEF  ξεκίνησε κοινή προσπάθεια με τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας σε φτωχές χώρες του πλανήτη, με στόχο τον τερματισμό της εργασίας παιδιών σε ορυχεία και λατομεία και την εγγραφή τους σε σχολεία.

 

Τα τελευταία χρόνια, έχουν γίνει πολλές προσπάθειες για την κατάργηση της παιδικής εργασίας. Όμως το γεγονός αυτό, έχει διχάσει την κοινή γνώμη. Απ' τη μία πλευρά, διατυπώνεται η άποψη ότι η μοναδική διέξοδος στο πρόβλημα είναι ένα άμεσο τέλος στη συμμετοχή των ανηλίκων σε εργοστάσια, φάρμες και οικογενειακές επιχειρήσεις. Όμως από την άλλη πλευρά υποστηρίζεται ότι μια τέτοια οπτική αδυνατεί να κατανοήσει ότι οι ανήλικοι εργαζόμενοι αποτελούν τμήμα της οικονομικής και κοινωνικής πραγματικότητας, ιδιαίτερα στις χώρες του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου. «Ο 15χρονος Ντίμπου, από τη Σενεγάλη δήλωσε στο συνέδριο του Όσλο το 1997 να μην αποφασιστεί η κατάργηση της παιδικής εργασίας διότι τότε οδηγούνται πολλά παιδιά στην πείνα, την εγκληματικότητα και την πορνεία».

 

Παράλληλα, υπάρχει και η άποψη μιας μεταρρυθμιστικής πολιτικής που στηρίζεται στη βελτίωση των μισθών και των συνθηκών ασφαλείας των ανήλικων εργαζομένων.

 

Απαραίτητη θα ήταν η συνεργασία τοπικών κοινοτήτων, έτσι ώστε να γίνουν αντιληπτές από τους πολίτες οι βλαβερές επιπτώσεις που μπορεί να έχει η εργασία σε παιδιά μικρής ηλικίας. Η δυσκολία μιας τέτοιας πολιτικής έγκειται στο γεγονός ότι σε πολλές κοινωνίες η παιδική εργασία είναι δεδομένη, αναγκαία και υποχρεωτική για πολλά παιδιά. Για να ξεπεραστεί μια τέτοια δυσκολία, κρίνεται απαραίτητη η δωρεάν υποχρεωτική εκπαίδευση υψηλής ποιότητας για όλα τα παιδιά η οποία θα τα καθοδηγεί να πάρουν τη θέση που τους αναλογεί στην κοινωνία ως ανθρώπινα όντα και όχι ως μηχανές, η θεσμοθέτηση αυστηρότερου νομοθετικού πλαισίου, η καταγραφή όλων των γεννήσεων, η συλλογή στοιχείων, η παρακολούθηση του και τέλος οι στρατηγικές πρόληψης του φαινομένου.

 

Επιπρόσθετα, επιβάλλεται η ύπαρξη κοινωνικών προγραμμάτων για να υποστηριχτούν οικογένειες και να ενισχυθούν με ένα εναλλακτικό εισόδημα που θα αντικαθιστά την απασχόληση του παιδιού τους με απώτερο στόχο την καταπολέμηση της φτώχειας. Ακόμα, αντιπρόσωποι από τα σχολεία, τις εκκλησίες, τα εργατικά συνδικάτα και οι μη κυβερνητικές οργανώσεις θα μπορούσαν να ανακαλύψουν τρόπους για να φέρουν τα παιδιά στο σχολείο. Όμως το πιο σημαντικό είναι να συνειδητοποιήσουμε ότι το φαινόμενο της παιδικής εργασίας πρέπει να αντιμετωπιστεί ως ένα παγκόσμιο κοινωνικό πρόβλημα που έχει τις ρίζες του όχι μόνο σε καταστάσεις οικονομικής ύφεσης αλλά και σε μια ρευστή πραγματικότητα που γεννά νέα προβλήματα ή οξύνει τα ήδη υπάρχοντα. Κρίνεται, λοιπόν, απαραίτητη η ευαισθητοποίηση του κόσμου με τη βελτίωση της πληροφόρησης και ενημέρωσης.

Παρόμοια άρθρα

Back to top button