Αγνώριστοι Έλληνες

Σαν να ζούμε ένα κακό όνειρο αισθανόμαστε όλοι όσοι κατοικούμε στην Ελλάδα σήμερα, με όσα συμβαίνουν γύρω μας. Δεχόμαστε τονωτικές ενέσεις μικρής διάρκειας από τους προστάτες μας, για την αποφυγή ολοκληρωτικής κατάρρευσης. Οι μέρες κυλούν και οι ευρωπαίοι εταίροι μας κάνουν δηλώσεις συχνά-πυκνά του τύπου: οι Έλληνες πρέπει να μάθουν να ζουν με όσα παράγουν, δεν μπορούμε να τους δανείζουμε συνέχεια, είναι τεμπέληδες, ζουν εις βάρος των άλλων ευρωπαίων, έχουν μάθει να επιβιώνουν με δανικά, είναι διεφθαρμένοι, αναξιόπιστοι και τόσα άλλα προς αυτή την κατεύθυνση. Μετά από λίγες στιγμές ανασκευάζουν και λένε ακριβώς τα αντίθετα. Όλα αυτά μαζί με τα δυσβάσταχτα εισπρακτικά μέτρα για πολλούς που επιβάλει η πολιτεία, δημιουργούν ακραίες ψυχικές ανισορροπίες με εκρηκτικές συνέπειες σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο.

Όμως υπάρχει και μια άλλη Ελλάδα που στο σύνολο της είναι καλά κρυμμένη προς το παρόν, είναι η ίδια η οποία βρίσκεται στο κέντρο της αμφισβήτησης και απαξιώνεται συστηματικά από κύκλους αμφιβόλων προθέσεων. Είναι γνωστό ότι οι Έλληνες του εξωτερικού που ζουν ανά τον κόσμο, σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο προσαρμόζονται στις νέες συνθήκες που συνιστούν τα κατά τόπους κοινωνικά πλαίσια, αλλά αναπτύσσουν πρωταγωνιστικές δράσεις (επιστήμες, εμπόριο κ.α.), λαμβάνουν υπεύθυνες θέσεις και θεωρούνται πλήρως αξιοποιήσιμοι. Μόνο στη Βόρεια Αμερική δραστηριοποιούνται με επιτυχία περισσότεροι από 500.000 Έλληνες επιστήμονες και επαγγελματίες, οι οποίοι αναπτύσσονται συνεχώς και ευημερούν.

Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφέρουμε τους Έλληνες τουρίστες σε όλο τον κόσμο, που ενώ στη χώρα τους αρκετοί είναι αντιδραστικοί σε θέματα όπως το κάπνισμα σε συγκεκριμένους χώρους και η δημόσια καθαριότητα,  παρατηρείται στις χώρες που επισκέπτονται να είναι σε υψηλό βαθμό συνεργάσιμοι και να εξοικειώνονται γρήγορα στα νέα δεδομένα. Αυτό σημαίνει το πρόβλημα βρίσκεται εντός της χώρας μας και φαίνεται ακόμα περισσότερο από τους ξένους επισκέπτες(ειδικά το καλοκαίρι), που κάποιοι δεν χάνουν ευκαιρία για να εκτραπούν από την τάξη. Με όλα αυτά θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι έχει περάσει το μήνυμα προς τα έξω ότι στην Ελλάδα μπορεί να κάνει κάποιος ότι θέλει χωρίς ή με ανώδυνες συνέπειες.

Μια άλλη πτυχή του ίδιου θέματος είναι οι ολυμπιακοί και παραολυμπιακοί αγώνες στην Αθήνα το 2004, στους οποίους η προσωπική μου εμπειρία στη διοργάνωση τους με οδήγησε σε κάποιες διαπιστώσεις, στις οποίες θα αναφερθώ στη συνέχεια. Οι μνήμες δεν έχουν ξεθωριάσει εντελώς από τους αγώνες, κυρίως για όσους εργάστηκαν γι’ αυτό το σκοπό και για τους θεατές που ήταν παρόντες σε αυτή τη μεγάλη γιορτή. Τα Μ.Μ.Ε. στη χώρα μας προβάλουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία μόνο την αρνητική πλευρά της διοργάνωσης(κόστος, σπατάλες, μη αξιοποίηση ολυμπιακών ακινήτων, εμπορευματοποίηση αγώνων κ.α.), σίγουρα τα αρνητικά πρέπει να αναδειχθούν και να αποδοθούν ευθύνες εκεί που πρέπει, αλλά υπάρχει και θετική πλευρά του θέματος που αν αξιοποιηθεί σωστά μπορεί να αποτελέσει χρήσιμο «εργαλείο» για να επαναπροσδιορίσουμε τη στάσης μας. Εκτός από τα υλικά αποκτήματα (έργα), υπάρχουν και τα ηθικά που είναι η εθνική υπερηφάνεια που νιώσαμε ως Έλληνες και αισθανθήκαμε συνεχιστές του ιστορικού μας παρελθόντος. Όσοι βρέθηκαν στα στάδια είδαν τις φιλότιμες προσπάθειες του προσωπικού (αμειβομένων και εθελοντών) για να υποστηρίξει με επάρκεια αυτό το μεγάλο εγχείρημα. 

Πιο συγκεκριμένα, άγνωστες πηγές κατέφευγαν στη διασπορά ψευδών ειδήσεων με σκοπό να τρομοκρατήσουν όσους ήθελαν να παρακολουθήσουν τους αγώνες από κοντά και ταυτόχρονα υπονοούσαν την εντιμότητα των Ελλήνων. Μια  φήμη που κυκλοφόρησε έντονα λίγες μέρες πριν την τελετή έναρξης έχει τη σημασία της. Αυτή η φήμη-ιστορία έλεγε ότι ένας εθελοντής βρήκε ένα πορτοφόλι κάποιου Άραβα και του το παρέδωσε. Ο οικονομικά εύρωστος κάτοχος του πορτοφολιού για να τον ευχαριστήσει ήθελε να τον ανταμείψει με ένα πόσο, αλλά ο εθελοντής το αρνήθηκε και τότε ο Άραβας του είπε θα σου δώσω μια συμβουλή: «να μην παραβρεθείς στους αγώνες». Ο υπαινιγμός ήταν προφανής και αφορούσε την ασφάλεια, αν σκεφτεί κανείς την ανθηρή κινδυνολογία εκείνων των ημερών. Κάποια άλλα περιστατικά που εκτυλίχθηκαν στους αγώνες μας δείχνουν ότι οι Έλληνες μπορούν να είναι πειθαρχημένοι , να σέβονται τους κανόνες, να έχουν ομαδικό πνεύμα, έντονη διάθεση συμμετοχής και προσφοράς, αλλά και να μην δείχνουν ανοχή στο έκνομο-άδικο ακόμα και αν δεν τους αγγίζει άμεσα. Τέτοια παραδείγματα θα αντλήσω κυρίως από τους θεατές στο ολυμπιακό στάδιο, εκεί που στην κυριολεξία χτυπούσε η καρδιά των ολυμπιακών και παραολυμπιακών αγώνων.

Λίγες μέρες πριν την τελετή έναρξης των αγώνων περνούσε κόσμος έξω από το στάδιο και ρωτούσε: «που μπορώ να βρω εισιτήρια, τι θα γίνει στους αγώνες;». Της τελευταίας στιγμής βέβαιά αλλά η αγωνιά απλών ανθρώπων να μην χάσει ένα τέτοιο γεγονός ήταν έκδηλη. Οι ολυμπιακές λεωφορειολωρίδες ήταν ελεύθερες προς μεγάλη μου έκπληξη, οι οδηγοί μη διαπιστευμένων αυτοκινήτων δεν προσπαθούσαν να τις εκμεταλλευτούν για να φτάσουν γρηγορότερα στον προορισμό τους. Ένα άλλο περιστατικό σε μια από τις τελετές που έγιναν, ήταν η έντονη διαμαρτυρία μιας γυναίκας που μου είπε: «αυτή τη στιγμή αισθάνομαι ότι δεν συμμετέχω, μην με αφήνετε εκτός από αυτό που συμβαίνει τώρα». Πρέπει να ομολογήσω ότι αυτή η διαμαρτυρία έγινε σε πολύ έντονο ύφος και όλα αυτά για ένα λαμπάκι που δεν κατάφερε να προμηθευτεί, ενώ έπρεπε να το είχαν όλοι οι θεατές για να το αναβοσβήνουν κατ’ υπόδειξη των υπευθύνων μέσα στις θύρες του σταδίου, ώστε να δημιουργείται ένα ιδιαίτερο φωτεινό θέαμα. Ακόμα και ένα μικρό λαμπάκι μπορεί να κάνει τη διαφορά ανάμεσα σε 74.000 περίπου θεατές; Αυτό κάποιοι το πιστεύουν και το υποστηρίζουν. Επίσης αξιοπρόσεκτο γεγονός ήταν η μηδενική ανοχή όχι μόνο του προσωπικού αλλά και των θεατών απέναντι στους καπνιστές, οι τελευταίοι ήταν δακτυλοδεικτούμενοι και βέβαια οι παρεμβάσεις από το προσωπικό ήταν άμεσες και αποτελεσματικές, χωρίς παρατράγουδα οι καπνιστές πήγαιναν στους ειδικά διαμορφωμένους χώρους σχεδόν αδιαμαρτύρητα.

Τελικά, όλα τα παραπάνω συνθέτουν μια εικόνα για τους Έλληνες, που αν ερχόταν ξαφνικά κάποιος στη χώρα μας θα έλεγε ότι ανήκει στο μακρινό μας παρελθόν. Ουσιαστικά πρόκειται για μια άλλη οπτική του θέματος που μας δείχνει ότι οι Έλληνες είναι ένας υπερήφανος λαός και με τις κατάλληλες προϋποθέσεις μπορεί να κάνει μεγάλα και σπουδαία πράγματα. Όμως λείπει το καλό παράδειγμα και το όραμα των ηγετών που θα εμπνεύσει, ώστε όλοι να αγωνιστούν για ένα καλύτερο μέλλον. Ο εθνικός σκοπός μπορεί να ενώσει τους Έλληνες, ενώ η σύνδεση με το ιστορικό παρελθόν μπορεί να τους απογειώσει.

Παρόμοια άρθρα

Back to top button