Ακολουθεί άρθρο – επιστολή συμπολίτη μας, του οποίου το όνομα δημοσιεύτηκε αρχικώς, αλλά αφαιρέθηκε κατόπιν αιτήματός του.
«Το μεσημέρι της 17ης Αυγούστου του 2024, επισκέφθηκαν τα Μέγαρα ένα ζευγάρι Ισπανών τουριστών. Αφού περιπλανήθηκαν στην αγορά της πόλης, κατέληξαν σε ένα μαγαζί για να ξεκουραστούν. Αφού παρήγγειλαν και απόλαυσαν το φαγητό τους, άρχισαν να συνομιλούν με τον υπάλληλο του μαγαζιού, λέγοντας του πράγματα που πραγματικά δεν περίμενε να ακούσει. Άρχισαν να μιλούν για τον άφτιαχτο δρόμο της Βαρέας και τη γενικότερη κατάσταση της παραλίας, την οποία μάλιστα θεώρησαν έρημη και παρατημένη. Ο υπάλληλος δεν απάντησε. Ύστερα, το ίδιο ζευγάρι δυσαρεστήθηκε όταν έμαθε ότι δεν υπάρχει κανένα ξενοδοχείο στο κέντρο της πόλης, εκτός από ένα που βρίσκεται στο νότιο τμήμα της, το Megara Hotel. Και φυσικά δε σταμάτησαν εκεί. Συνέχισαν να λένε, έχοντας γυρίσει όλα τα Μέγαρα, ότι τους έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση, το ότι υπήρχαν εν μέσω καλοκαιριού κατά τόπους σκουπίδια και άκοπα χόρτα. Και δυστυχώς, κράτησαν το πιο σημαντικό για το τέλος.
Οι τουρίστες αυτοί από την Ισπανία, είχαν έρθει για να θαυμάσουν την ιστορία των Μεγάρων, καθώς και τα μνημεία της περιοχής. Για κακή τους τύχη όμως, δεν είδαν τίποτα από όσα περίμεναν και δε θαύμασαν σχεδόν τίποτα από όσα ήθελαν, γιατί απλούστατα δεν υπήρχαν. Καθώς λοιπόν ήταν γνώστες της ιστορίας των Μεγάρων και καθώς ήταν και πληροφορημένοι για την παλιά ακμή τους, θεώρησαν θλιβερή την τωρινή κατάσταση της πόλης. Θεώρησαν επίσης άσκοπη και την επίσκεψή τους στην περιοχή, αφού ταξίδεψαν οδικώς για δύο ώρες από την Αράχοβα όπου βρισκόταν το ξενοδοχείο τους μόνο και μόνο για να επισκεφτούν τα Μέγαρα!
Εν έτει 2024 λοιπόν, ζώντας σε μία εποχή όπου όλα αναπτύσσονται, εξελίσσονται και προοδεύουν, η κατάσταση στην πόλη των Μεγάρων παραμένει σταθερή. Και δυστυχώς όχι μόνο δεν προσελκύει κόσμο από άλλες περιοχές, αλλά τους απωθεί κιόλας. Κι εμείς περιμένουμε από την τοπική αρχή ή κάποιον επιπόλαιο σύλλογο να σώσει την πόλη του Βύζαντα, του Ευπαλίνου και του Θεαγένη, αντί εμείς οι ίδιοι να προσπαθήσουμε να βοηθήσουμε τον τόπο μας. Γιατί όσο κι αν φωνάζουμε από τους καναπέδες και τις πολυθρόνες, όταν βλέπουμε πως κανένας δε φροντίζει για την ιστορία, τον πολιτισμό, την καθαριότητα αλλά και τη γενικότερη εικόνα της πόλης, είναι αναγκαίο εμείς να τη φροντίσουμε γι’ αυτήν».
Καταστηματάρχης και υπάλληλος από την αγορά των Μεγάρων