Η δράση των ληστών χρηματοκιβωτίων στα Μέγαρα

Στις 4 και 5 Μαΐου, πραγματοποιήθηκε οργανωμένη αστυνομική επιχείρηση της Υποδιεύθυνσης Δίωξης Εγκλημάτων Κατά Ζωής και Ιδιοκτησίας, σε συνεργασία με την Υποδιεύθυνση Ασφάλειας Δυτικής Αττικής και την Ομάδα Πρόληψης και Καταστολής Εγκληματικότητας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, όπου εξαρθρώθηκε πολυμελής εγκληματική οργάνωση, τα μέλη της οποίας διέπρατταν ληστείες και διακεκριμένες κλοπές, αφαιρώντας κυρίως χρηματοκιβώτια εταιριών, 4 από αυτές στην περιοχή των Μεγάρων.

Συγκεκριμένα:

  • Τον Ιούλιο του 2016 σε βενζινάδικο. Δεν κατάφεραν να αφαιρέσουν το χρηματοκιβώτιο
  • Τον Αύγουστο του 2016 έγινε απόπειρα ληστείας χρηματοκιβώτιου στην ΒΙ.ΠΕ. Μεγάρων από εταιρεία διανομών – εμπόριο ειδών διανομής
  • Τον Απρίλιο του 2017 σε εταιρεία μεταφορών και διανομών στην Π.Ε.Ο.Α.Κ.
  • Τον Απρίλιο του 2017 σε εταιρεία εμπορίου και επεξεργασίας κρεάτων

ληστές χρηματοκιβωτίων

Αναλυτικότερα από την επιχείρηση:

Συνελήφθησαν δέκα πέντε 15 μέλη της εγκληματικής οργάνωσης μεταξύ των οποίων και τα τέσσερα 4 αρχηγικά (ημεδαποί, ομογενείς από πρώην ανατολικές χώρες και 26χρονος υπήκοος Αλβανίας). Επιπλέον ταυτοποιήθηκαν πέντε 5 ακόμη μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, ημεδαποί, ομογενείς από πρώην ανατολικές χώρες, οι οποίοι αναζητούνται.

Εξιχνιάστηκαν συνολικά 145 υποθέσεις εκ των οποίων: 58 ληστείες σε εταιρείες, οικίες και σε βάρος υπάλληλου εταιρείας καπνικών ειδών, 4 απόπειρες ληστειών, 52 διαρρήξεις εταιρειών, 6 απόπειρες διαρρήξεων, 24 κλοπές οχημάτων και 27 εμπρησμοί οχημάτων.

Διενεργήθηκαν δεκαπέντε 15 έρευνες σε οικίες και τέσσερις 4 έρευνες σε κοντέινερ – κατοικίες, κατά τις οποίες βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:

  • 8 αυτοκίνητα τα οποία χρησιμοποιούσαν για τη διάπραξη των εγκληματικών τους πράξεων, τα 3 εκ των οποίων παρουσίαζαν εμφανή ίχνη παραποίησης,
  • το χρηματικό ποσό των 15.000€ περίπου,
  • πλήθος κοσμημάτων μεγάλης χρηματικής αξίας,
  • κυνηγητικό όπλο και φυσίγγια διαφόρων διαμετρημάτων,
  • μεγάλος αριθμός δεματικών (τα γνωστά tire up),
  • αυτοσχέδιες μεταλλικές κατασκευές (είδη καρφιών) για το σκάσιμο ελαστικών,
  • ρούχα που χρησιμοποιούσαν σε περιπτώσεις ληστειών και διαρρήξεων,
  • παιχνιδομηχανές playstation,
  • μεγάλος αριθμός τηλεφωνικών συσκευών, καρτών sim και φορητών ηλεκτρονικών υπολογιστών.

Αξίζει να σημειωθεί ότι το οικονομικό όφελος που είχαν αποκομίσει τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 10.000.000ευρώ, ενώ εξετάζεται η συμμέτοχη τους σε δεκάδες επιπλέον παρόμοιες ληστείες και διαρρήξεις, με παρόμοια μεθοδολογία σε διάφορες περιοχές της Αττικής και άλλων νομών.

Όπως πρόεκυψε από την ερευνητική διαδικασία, το συγκεκριμένο εγκληματικό δίκτυο, τόσο στο στάδιο της οργάνωσης και του σχεδιασμού, όσο και στο στάδιο της εκτέλεσης των εγκληματικών του δραστηριοτήτων, λειτουργούσε με διαδικασίες που προσιδιάζουν απόλυτα στα πρότυπα οργανωμένων διεθνικών εγκληματικών οργανώσεων.

Συγκεκριμένα και όπως προέκυψε από την έρευνα, η εγκληματική οργάνωση:

  • διέθετε κεντρική δομή και ιεραρχική διάρθρωση,
  • λειτουργούσε με καθορισμένο σχεδιασμό και μεθοδολογία,
  • κατανέμονταν σε 4 υποομάδες, με διαφορετικούς επιχειρησιακούς συντονιστές,
  • κάλυπτε όλο το πλαίσιο της εγκληματικής της δράσης, με επιμερισμό ρόλων, ενώ
  • τα μέλη της είχαν απόλυτη αφοσίωση και προσήλωση στους στόχους της οργάνωσης.

Ως προς τη μεθοδολογία δράσης τους, ειδικεύονταν στη διάπραξη ληστειών και διακεκριμένων κλοπών, κυρίως από εταιρείες, από τις οποίες αφαιρούσαν χρηματοκιβώτια, λειτουργώντας με τρόπο συστηματικό και οργανωμένο.Ενδεικτικό του οργανωμένου τρόπου λειτουργίας τους είναι το γεγονός ότι για τη διευκόλυνση των εγκληματικών τους πράξεων είχαν προβεί στις απαραίτητες προπαρασκευαστικές ενέργειες. Ειδικότερα:

  • είχαν προμηθευτεί όλα τα απαραίτητα μέσα και διαρρηκτικά εργαλεία (λοστούς, βαριοπούλες, κατσαβίδια, μαχαίρια, τροχούς) για να καταφέρνουν να παραβιάζουν τις θύρες εισόδου των εταιρειών και τα χρηματοκιβώτια,
  • είχαν εφοδιαστεί με οπλισμό, καθώς σε κάποιες περιπτώσεις, ορισμένα από τα μέλη της οργάνωσης, έφεραν πυροβόλα όπλα και πολεμικά τυφέκια, τύπου Kalashnikov, ενώ
  • στον εξοπλισμό τους είχαν και φορητούς ασυρμάτους για να παρακολουθούν τις συχνότητες της Αστυνομίας.

Ως ορμητήριο τους χρησιμοποιούσαν την περιοχή των Αχαρνών και συγκεκριμένα τον οικισμό του Στρατοπέδου ΚΑΠΟΤΑ, όπου συγκεντρώνονταν πριν και μετά από κάθε ενέργεια. Εκεί υπήρχαν «κοντέινερ» που χρησιμοποιούσαν ως κρησφύγετα και «καβάτζες», αφού σε αυτά απέκρυπταν τα μέσα που τους διευκόλυναν στην τέλεση των αξιόποινων πράξεων και σε κάποιες περιπτώσεις τα κλοπιμαία.

Ως προς τους χρόνους δράσης τους, επέλεγαν κυρίως τις πρώτες πρωινές ώρες και συγκεκριμένα 2 με 5 τα ξημερώματα.

Τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης επιδείκνυαν ιδιαίτερη σκληρότητα και ασκούσαν σωματική βία σε βάρος του προσωπικού φύλαξης ή ατόμων που έβρισκαν στους χώρους των στόχων τους, ενώ δρούσαν με χαρακτηριστική ψυχραιμία, ακόμα και όταν ενεργοποιούνταν συστήματα συναγερμού.

Μάλιστα, σε περίπτωση εντοπισμού τους από αστυνομικούς, δε δίσταζαν να κάνουν χρήση των πυροβόλων όπλων τους, με ανθρωποκτόνο πρόθεση, αδιαφορώντας για το επερχόμενο αποτέλεσμα.

Ενδεικτικά της επικινδυνότητάς τους είναι τα περιστατικά:

  • οι πυροβολισμοί εναντίον αστυνομικών της Άμεσης Δράσης την 09-01-2017 στη Μεταμόρφωση μετά από διάρρηξη σε εταιρεία,
  • οι πυροβολισμοί και ο εμβολισμός οχήματος της Ο.Π.Κ.Ε. την 07-03-2017 στην περιοχή Άνω Λιοσίων, μετά από διαδοχικές ληστείες σε δύο εταιρείες και
  • οι πυροβολισμοί εναντίον ιδιοκτήτη οικίας την 22-07-2016 στα Μέγαρα κατά τη διάρκεια ληστείας σε οικία και γραφεία εταιρειών.

Σημειώνεται επίσης ότι κατά τη διάρκεια ληστείας την 28-01-2016, σε γραφεία εταιρείας ο φύλακας πυροβόλησε και τραυμάτισε έναν από τους δράστες, ο οποίος απεβίωσε την 12-01-2017 στο Αττικό Νοσοκομείο, ενώ την 25-08-2016 κατά τη διάρκεια ληστείας σε άλλη εταιρεία, στην προσπάθεια τους να χτυπήσουν με αυτοκίνητο τον ιδιοκτήτη, αυτός πυροβόλησε στον αέρα για εκφοβισμό με καραμπίνα που κατείχε νόμιμα.

Από τα πρώιμα στάδια της έρευνας διαγνώσαμε ότι η συγκεκριμένη υπόθεση παρουσιάζει ιδιαιτερότητες και τεράστιες δυσκολίες, για την εκπλήρωση του αντικειμενικού μας σκοπού που ήταν ο εντοπισμός και η πλήρη αποδόμηση του εγκληματικού αυτού δικτύου.

Συγκεκριμένα, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης τηρούσαν πιστά συνωμοτικούς κανόνες και κώδικες στις μεταξύ τους επικοινωνίες, ενώ χρησιμοποιούσαν διάφορες τεχνικές για να καλύπτουν τα ίχνη τους.

Ειδικότερα, οι δράστες χρησιμοποιούσαν εκατοντάδες τηλεφωνικές συνδέσεις, ενεργοποιημένες σε στοιχεία ανύπαρκτων αλλοδαπών τις οποίες άλλαζαν συνεχώς. Για τη συνεννόηση, τη λήψη οδηγιών και την καθοδήγηση των μελών τους, χρησιμοποιούσαν κωδικοποιημένες εκφράσεις για τους ίδιους καθώς και κώδικες για την κίνησή ή τη δράση τους ή τις κινήσεις των αστυνομικών Αρχών.

Παράλληλα, σε όλα τα στάδια των ενεργειών τους, από την προπαρασκευή των πράξεων, την κατόπτευση των στόχων, τη διάπραξη των ληστειών, έως και τη διαφυγή τους, χρησιμοποιούσαν συνεργούς τους, που λειτουργούσαν ως προπομποί και «τσιλιαδόροι», με οχήματα ιδιοκτησίας τους.

Επιπλέον χρησιμοποιούσαν οχήματα που αφαιρούσαν από την εταιρεία ή το φύλακα, καθώς και οχήματα που είχαν αφαιρέσει σε προγενέστερο χρόνο, στα οποία τοποθετούσαν πλαστές πινακίδες που αντιστοιχούσαν σε ίδιου τύπου, μάρκας και χρώματος αυτοκίνητο, ώστε να καθίσταται σχεδόν αδύνατος ο εντοπισμός τους.

Σε αυτά τα οχήματα τοποθετούσαν τα χρηματοκιβώτια που αφαιρούσαν και στη συνέχεια τα πυρπολούσαν, ώστε να εξαφανίσουν τυχόν ίχνη που θα οδηγούσαν στον εντοπισμό τους, ενώ επιπλέον χρησιμοποιούσαν καρφιά για να αποτρέψουν πιθανή καταδίωξή τους από αστυνομικά οχήματα, όπως την 01-05-2017 στο σταθμό διοδίων της Αττικής οδού, στις Αχαρνές.

Κατά τη διάπραξη των ληστειών και των κλοπών, κάλυπταν τα χαρακτηριστικά των προσώπων τους με κουκούλες full face , μαντίλια και κουκούλες των μπουφάν τους, ενώ φορούσαν γάντια, για να μην αφήνουν ίχνη.

Σε περιπτώσεις που αντιλαμβάνονταν την παρουσία αστυνομικών δυνάμεων στις περιοχές όπου διέμεναν ή κινούνταν ή κατά τις μετακινήσεις τους, ανέστελλαν για μεγάλο χρονικό διάστημα τη δράση τους.

Παράλληλα λάμβαναν μέτρα αντιπαρακολούθησης, παραπλάνησης και αποπροσανατολισμού των διωκτικών Αρχών, με συνεχείς αλλαγές κατοικιών και κρησφύγετων, δρομολογίων, τηλεφωνικών αριθμών και μεθόδων επικοινωνίας, καθώς και με στρατολόγηση νέων ατόμων, ώστε να καθίσταται δυσχερής η ταυτοποίηση των μελών της οργάνωσης.

Επιπλέον, τα μέλη της οργάνωσης σε πολλές περιπτώσεις είχαν συγγενικούς δεσμούς ή φιλικές σχέσεις, γεγονός που διατηρούσε και ενίσχυε τη δομή και τη μεταξύ τους συνοχή.

 

 

Παρόμοια άρθρα

Back to top button